Μπιουκάναν

Μπιουκάναν
Πόλη της Λιβερίας. H πόλη, που βρίσκεται στα αριστερά του ποταμόκολπου του Σεντ Tζον, 97 χλμ. στα νοτιοανατολικά της Mονροβίας, είναι σημαντικό λιμενικό κέντρο, δραστήριο προπάντων στην εξαγωγή του σιδήρου που εξορύσσεται από τα όρη Nίμπα, με τα οποία συνδέεται σιδηροδρομικώς. Στην Μ. βρίσκονται δύο σπουδαία συγκροτήματα για τον εμπλουτισμό και την επεξεργασία των σιδηρομεταλλευμάτων, που εγκαινιάστηκαν το ένα το 1968 (το πρώτο του είδους που δημιουργήθηκε στην Αφρική) και το άλλο το 1971. Η πόλη διαθέτει επίσης αερολιμένα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Μπιούκαναν τζούνιορ, Τζέιμς — (James Buchanan, Jr., Μέρφισμπρο, Τενεσί 1919 ). Αμερικανός οικονομολόγος. Σπούδασε στο Κολέγιο Μιντλ Τενεσί και στο Πανεπιστήμιο του Τενεσί και το 1948 έλαβε διδακτορικό τίτλο από το Πανεπιστήμιο του Σικάγο. Δίδαξε διαδοχικά οικονομικά στο… …   Dictionary of Greek

  • Μπιουκάναν, Τζέιμς — (James Buchanan, 1791 – 1868). Αμερικανός πολιτικός, πρόεδρος των ΗΠΑ (1856 60). Μέλος του Δημοκρατικού Κόμματος, ασχολήθηκε με την πολιτική και εξελέγη στο Κογκρέσο (1821 31). Το 1833 έγινε γερουσιαστής και υποστήριξε την επεκτατική πολιτική του …   Dictionary of Greek

  • Λιβερία — Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με τη Σιέρα Λεόνε και τη Γουινέα, στα Α με την Ακτή του Ελεφαντοστού, ενώ στα Ν και στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό.Η Λ. είναι ένα τεχνητό κράτος στη δυτική Αφρική, που δημιουργήθηκε τον 19ο αι …   Dictionary of Greek

  • ουμανισμός — Πολιτιστικό κίνημα (λογοτεχνικό, φιλολογικό και φιλοσοφικό), που συνδυάζεται με την καλλιτεχνική Αναγέννηση των ευρωπαϊκών κρατών κατά τον 15o και 16o αι. Ο ο. ξεκινά από την τάση προς μόρφωση, την αγωγή και την πνευματική και σωματική… …   Dictionary of Greek

  • Γκραντ, Κάρι — (Cary Grant,Μπρίστολ 1904 – 1986). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Βρετανού ηθοποιού Άρτσιμπαλντ Αλεξάντερ Λιτς (Archibald Alexander Leach). Μοναχογιός, έχασε τη μητέρα του σε ηλικία 9 ετών και άρχισε να κάνει διάφορες δουλειές στα περίχωρα του… …   Dictionary of Greek

  • παιδικός σταθμός — Ειδικό παιδαγωγικό ίδρυμα που δέχεται, κατά κανόνα, παιδάκια 3 5 ετών, δηλαδή πριν από το δημοτικό σχολείο. Η εμφάνισή του, μετά το προηγούμενο των αιθουσών φύλαξης, είναι εντελώς σύγχρονη, συνδεδεμένη με την εμφάνιση και διάδοση του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”